Πρώτη γνωριμία με το σχολείο μας

 

   Το 1ο Γενικό Λύκειο Θέρμης υφίσταται και λειτουργεί ως επίσημα αναγνωρισμένο σχολείο από τις 3/09/1990, φιλοξενούμενο στις εγκαταστάσεις του 1ου Γ/σίου Θέρμης, ενώ τα δύο προηγούμενα χρόνια είχε μόνο Λυκειακές τάξεις.  Στα πλαίσια αυτής της φιλοξενίας ως διευθυντές του διετέλεσαν με τη σειρά : ο κ. Παπαδόπουλος Νικόλαος, η κ. Χαραλαμπάκη Ελισάβετ (αναπληρώτρια Δ/ντρια), ο κ. Ζαχαριάδης Στυλιανός, η κ. Χαραλαμπάκη Ελισάβετ (αναπληρώτρια Δ/ντρια) και ο κ. Κασπεντάκης Εμμανουήλ.

   Ωστόσο η νέα φάση λειτουργίας του σχολείου αρχίζει με τη μεταφορά του στις νέες εγκαταστάσεις παραπλεύρως του Γ/σίου που λαμβάνει χώρα στις 22/04/1996.  Η αυτόνομη και ολοκληρωμένη πλέον σχολική μονάδα βάζει μπρος τις μηχανές της την 1η Σεπτεμβρίου του 1996.  Ασκεί απερίσπαστη το παραγωγικό της έργο από τότε έως σήμερα με τη συνεισφορά αφοσιωμένων καθηγητών αλλά και αξιόλογων Διευθυντών οι οποίοι είναι : ο κ. Τζιμορώτας Νικόλαος, ο κ. Κασσιανίδης Νικόλαος, ο κ. Παπατσούμας Νικόλαος, ο κ. Ψαρράς Αλέξανδρος, ο κ. Αναγνώστου Δημήτριος, ο κ. Παπατσούμας Νικόλαος - σε δεύτερη θητεία -  ο Ντινόπουλος Στέφανος ο Σταυρινίδης Σταύρος και ο Μάρκου Παναγιώτης μέχρι σήμερα.

  

 

Το χωριό μας κάποτε ...

   Η Θέρμη είναι κωμόπολη, έδρα του ομώνυμου δήμου του νομού Θεσσαλονίκης.  Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Θεσσαλονίκης σε υψόμετρο 65 μέτρων και απέχει 15 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη.  Η Κοινότητα Θέρμης ιδρύθηκε το 1918 και αναγνωρίστηκε ως δήμος το 1994.  Το 1998 στα πλαίσια της εφαρμογής του Ν.2539/97("Καποδίστριας") συνενώθηκε με τις Κοινότητες Νέας Ραιδεστού, Ταγαράδων και Νέου Ρυσίου.  'Αλλωστε σε συνέχεια της προηγούμενης συνένωσης, με το Ν.3852/2010 ("Καλλικράτης") ο νέος Δήμος Θέρμης από το 2011 συνιστά ένα σύνολο δήμων που αποτελείται από :

      α) τη Δημοτική Ενότητα Θέρμης (Θέρμη, Ν. Ραιδεστός, Ν. Ρύσιο, Ταγαράδες)
      β) τη Δημοτική Ενότητα Βασιλικών (Βασιλικά, Αγ. Παρασκευή, Σουρωτή, Περιστερά, Λιβάδι, Αγ. Αντώνιος)
      γ) τη Δημοτική Ενότητα Μίκρας (Τρίλοφος, Καρδία, Κάτω Σχολάρι, Πλαγιάρι)

 

   Η δημογραφική δε εξέλιξη του Δήμου παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον.

   Μετά τη δεκαετία του 70 η Θέρμη άρχισε να αναπτύσσεται με ταχύτατους ρυθμούς και από αγροτικός προσφυγικός οικισμός να μεταβάλλεται σε σύγχρονο περιαστικό οικισμό με αυξανόμενο πληθυσμό.  Το 1981 αριθμούσε 3.120 κατοίκους, το 1991 5.998, ενώ το 2011 11.360.  Η εκρηκτική αυτή πληθυσμιακή ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα της μετεγκατάστασης κατοίκων της Θεσσαλονίκης.

   Τέλος όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της τελευταίας απογραφής του έτους 2011 ο πληθυσμός του νέου Δήμου Θέρμης ανέρχεται συνολικά σε 53.315 κατοίκους.

   Αναλυτικότερα :

      1) Οι κάτοικοι της Δημοτικής  Ενότητας Θέρμης ανέρχονται σε 25.255
      2) Οι κάτοικοι της Δημοτικής  Ενότητας Βασιλικών ανέρχονται σε 9.868
      3) Οι κάτοικοι της Δημοτικής  Ενότητας Μίκρας ανέρχονται σε 18.192

 

Ιστορικά

   Στην περιοχή του Σέδες βρέθηκαν ίχνη οικισμού της νεολιθικής εποχής (500. π.Χ.), ενώ κατά την περίοδο των αρχαίων χρόνων και της κλασσικής αρχαιότητας είχε αναπτυχθεί μια σημαντική αρχαία πόλη, η Θέρμη, από την οποία σύμφωνα με τον Ηρόδοτο πήρε την επωνυμία του ο Θερμαϊκός κόλπος.

   Στους παλαιοχριστιανικούς και βυζαντινούς χρόνους η Θέρμη, που ονομαζόταν τότε Σέδες, ήταν πλούσια αγροτική περιοχή και χρησιμοποιήθηκε για την εγκατάσταση μετοχίων αυτοκρατορικών μονών.  Ήταν μια κωμόπολη με μεγάλη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη. Ήταν από τις πλουσιότερες περιοχές της Θεσσαλονίκης, καθώς βρισκόταν στην εύφορη κοιλάδα της Καλαμαριάς.  Δεν ήταν τυχαίο που στον κάμπο των Σεδών είχαν κτήματα δύο από τα σημαντικότερα αυτοκρατορικά μοναστήρια της Θεσσαλονίκης.  Η μονή Ακαπνίου και η μονή Χορταϊτου, η σημερινή μονή της Αγίας Αναστασίας.  Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, η κωμόπολη των Σεδών ονομάστηκε τσιφλίκι με ιδιοκτήτη τον Σουλεϊμάν Πασά, ο οποίος εγκατέστησε οθωμανούς γεωργούς για να καλλιεργούν τα κτήματα του τσιφλικιού, για τις ανάγκες των οποίων κατασκευάστηκε ήδη από τον 16ο αιώνα τζαμί.  Ένα μέρος των κτημάτων όμως καλλιεργούνταν από τους κολλήγους που κατοικούσαν σε σπίτια του τσιφλικιού.  Κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας οι κάτοικοι του τσιφλικιού (κολλήγοι) διατήρησαν τα θρησκευτικά τους δικαιώματα και τα ήθη και έθιμα της παράδοσής τους.  Τα θρησκευτικά τους καθήκοντα ασκούνταν στο ναό του Αγίου Νικολάου ο οποίος ιδρύθηκε το 1851 (γιατί ο πρώτος καταστράφηκε κατά την επανάσταση του 1821) ο οποίος σώζεται μέχρι σήμερα.  Μετά την αποχώρηση των Τούρκων από τη Μακεδονία και κατ' επέκταση από την ευρύτερη περιοχή του Σέδες, το τσιφλίκι ανήκε πια στο κράτος το οποίο με τη σειρά του το διέθεσε στους κολλήγους, δηλαδή στους ντόπιους κατοίκους που κατοικούσαν μέχρι τότε το τσιφλίκι και καλλιεργούσαν τα τμήματά του.  Στις 11 Μαρτίου 1917, με διαταγή της προσωρινής κυβέρνησης του Βενιζέλου έγινε κατάληψη του "τσιφλικιού Σέδες" για τις ανάγκες του εποικισμού.  Το 1918 ύστερα από αίτημα των κολλήγων, το τσιφλίκι ονομάζεται Κοινότητα.  Αργότερα στην Κοινότητα εγκαταστάθηκαν και πρόσφυγες από τις περιοχές του Πόντου, της Βουλγαρίας, της Μικράς Ασίας και της Θράκης.

 

Προέλευση κατοίκων

   Οι πρώτοι πρόσφυγες που εποίκισαν την περιοχή από το 1914 προέρχονταν από τη Μανδρίτσα της Ανατολικής Ρωμυλίας (60 οικογένειες) και από περιοχές της Ανατολικής Θράκης (Θούριο, Κιοπλή, Φανάρι και Κωνσταντινούπολη).  Στη συνέχεια (1924-25) εγκαταστάθηκαν 73 οικογένεις από την περιοχή Στενιμάχου (κυρίως από τα άνω Βοδενά), ενώ το 1926 εγκαταστάθηκαν 64 οικογένειες από τον Πόντο (από τις περιοχές Κοτυώρων, Αργυρούπολης, Σαμψούντας και Νικοπόλεως), 27 οικογένειες από τη Δυτική Μικρά Ασία, 20 από τη Θράκη και 4 από τον Καύκασο.  Μετά το 1920 έφθασαν και αρκετοί Βλάχοι και Σαρακατσάνοι.